προπάτορας

προπάτορας
ο
1. ο πρόγονος, ο γενάρχης.
2. στον πληθ., προπάτορες οι πρωτόπλαστοι, ο Αδάμ και η Εύα.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • προπάτορας — προπάτωρ first founder of a family masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Καϊνάν — Όνομα αγίων της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας, οι οποίοι αναφέρονται στην Παλαιά Διαθήκη. 1. Κ. ο δίκαιος. Γιος του Αρφάδακα, προπάτορας του Χριστού (Λουκ. γ’ 36). Η μνήμη του τμάται την Κυριακή των Προπατόρων. 2. Κ. ο δίκαιος. Γιος του Ενώς,… …   Dictionary of Greek

  • Σημ — Άγιος της Αν. Ορθόδοξης Εκκλησίας. Αναφέρεται στην Παλαιά Διαθήκη. Ήταν γιος του Νώε, πατέρας του Αρφάξαδ και πρόγονος του Θάρα, πατέρα του Αβραάμ και επομένως ήταν πρόγονος του Ιησού. Η μνήμη του τιμάται την Κυριακή των Προπατόρων. * * * ο, ΝΜΑ… …   Dictionary of Greek

  • πατήρ — ο, ΝΜΑ, και πατέρας, ΝΜ 1. ο γεννήτορας, ο γονιός, ο γονέας (α. «τού πατέρα σου, όταν έρθεις, δε θα βρεις παρά τον τάφο», Σολωμ. β. «ἐπῆγεν ὁ πατέρας της εἰς κάποιον ταξίδι», Διγ. Ακρ. γ. «τοῡδε κεκλῆσθαι πατρός», Σοφ.) 2. φρ. «Πάτερ ημών» η… …   Dictionary of Greek

  • προπάτωρ — ορος, ο, ΝΜΑ, και προπάτορας Ν 1. ο πρώτος πατέρας γένους, ο γενάρχης (α. «στη γη όπου έζησαν οι προπάτορές μας» β. «ὦ Ζεῡ, προγόνων προπάτωρ», Σοφ.) 2. πληθ. οι προπάτορες α) οι πατριάρχες τής Παλαιάς Διαθήκης Αβραάμ, Ισαάκ, Ιακώβ β) (γενικά) οι …   Dictionary of Greek

  • Αβραάμ — I Βιβλικό πρόσωπο. Oπρώτος πατριάρχης και γενάρχης των Εβραίων. Η Βίβλος τον παρουσιάζει ως αρχηγό νομάδων, κύριο πολλών ποιμνίων και λαμπρό πολέμαρχο, που οπουδήποτε σταματούσε κατά τις μεγάλες περιπλανήσεις του, ίδρυε βωμό στον έναν και… …   Dictionary of Greek

  • αυστραλοπίθηκος — Ανθρωπόμορφος απολιθωμένος πίθηκος, συγγενής του γορίλα και του χιμπατζή. Παρουσιάζει πολλές ομοιότητες με τον σημερινό άνθρωπο γι’ αυτό και θεωρείται προπάτοράς του. Το πρώτο χρονολογικά απολίθωμά του που ανακαλύφθηκε ήταν το κρανίο ενός νεαρού… …   Dictionary of Greek

  • Ιεσσαί — Βιβλικό πρόσωπο. Ήταν εγγονός του Βοόζ και της Ρουθ και πατέρας του προφήτη Δαβίδ. Εκτός από τον Δαβίδ, είχε ακόμα οκτώ γιους και δύο κόρες. Πλούσιος βοσκός, εξακολούθησε την ποιμενική του ζωή και μετά την ανακήρυξη του Δαβίδ σε βασιλιά. Στη… …   Dictionary of Greek

  • Ιεχονίας — Άγιος της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας, γιος του Ιωσία και προπάτορας του Χριστού. Η μνήμη του τιμάται την Κυριακή των Προπατόρων …   Dictionary of Greek

  • Ισάχαρ — Βιβλικό πρόσωπο και άγιος της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. Αναφέρεται στην Παλαιά Διαθήκη ως πατριάρχης των Εβραίων. Ο Ι. ήταν γιος του Ιακώβ και προπάτορας του Ιησού. Η μνήμη του τιμάται την Κυριακή των Προπατόρων …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”